Φωτεινή Αραμπατζή: «Κίνδυνος αποκλεισμού μεγάλου αριθμού μελισσοκόμων από το πρόγραμμα Βιολογικής Γεωργίας»
Τη διόρθωση της «αστοχίας» του συστήματος ζητά από το ΥΠΑΑΤ η Σερραία Βουλευτής
Τον κίνδυνο να αποκλειστεί από το Πρόγραμμα Βιολογικής Γεωργίας ένας μεγάλος αριθμός μελισσοκόμων επισημαίνει με Ερώτησή της προς τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γιώργο Γεωργαντά, η Κοινοβουλευτική Εκπρόσωπος της ΝΔ και Βουλευτής Σερρών κ. Φωτεινή Αραμπατζή, ζητώντας να διορθωθεί η αστοχία του συστήματος να αποκλείει από τις αιτήσεις τους κατά κύριο επάγγελμα μελισσοκόμους ως μη «Ενεργούς Γεωργούς».
Όπως εξηγεί, ενώ υπάρχει η εκπεφρασμένη πολιτική βούληση για ενίσχυση της παραγωγής βιολογικού μελιού με την ένταξη της Μελισσοκομίας στο Μέτρο 11 της Βιολογικής Γεωργίας, Δράση 11.2.2. «Βιολογική Κτηνοτροφία – Μελισσοκομία και διατήρηση στην βιολογική διαδικασία» εντούτοις η μη αναγνώριση ως Ενεργών Γεωργών των κατά κύριο επάγγελμα μελισσοκόμων, οι οποίοι δεν έχουν δηλωμένα αγροτεμάχια, ή και βοοειδή-αιγοπρόβατα στην ΕΑΕ 2021, τείνει στην πράξη να στερήσει ένα πολύτιμο κοινοτικό πόρο από πολλούς μελισσοκόμους, οι οποίοι εν τω μεταξύ έχουν ήδη στραφεί στην βιολογική καλλιέργεια.
Αυτό, όπως υπογραμμίζει, αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για τον κλάδο με δεδομένη την στροφή των καταναλωτών προς τα βιολογικά προϊόντα, τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής, Πράσινης Συμφωνίας και της στρατηγικής “From farm to Fork”, η οποία στοχεύει στην αύξηση του μεριδίου της βιολογικής γεωργίας από 8% σήμερα στο 25% έως το 2030, τα ευοίωνα μεγέθη της ελληνικής μελισσοκομίας και το διαφορικό πλεονέκτημα του ελληνικού μελιού και θέτει σε μειονεκτική θέση τους Έλληνες σε σχέση με τους Ευρωπαίους ανταγωνιστές τους.
Σημειώνοντας πως η μελισσοκομία είναι ένας ιδιαίτερα δυναμικός κλάδος στη χώρα μας, στον οποίο απασχολούνται περισσότεροι από 24.000 μελισσοκόμοι (ως κύρια ή συμπληρωματική πηγή εισοδήματος) σημαντικό τμήμα των οποίων είναι νέοι και οι οποίοι συνολικά διαχειρίζονται πάνω από 1.600.000 κυψέλες και παράγουν πάνω από 24.000 τόνους μέλι εξαιρετικής ποιότητας, ετησίως, η κ. Φωτεινή Αραμπατζή τονίζει τη διασύνδεση του κλάδου με μια σειρά παράλληλων οικονομικών δραστηριοτήτων όπως η κατασκευή κυψελών, η μεταποίηση, η κηροποιεία, η παραγωγή καλλυντικών κ.ά και τη σημασία διευθέτησης του προβλήματος.
Όπως εξηγεί, η μη αναγνώριση των μελισσοκόμων ως «Ενεργών Γεωργών» προκύπτει από τη διασύνδεση των Πληροφοριακών Συστημάτων (της Πλατφόρμας του Προγράμματος με την Πλατφόρμα της ΑΑΔΕ) και πιο συγκεκριμένα το πρόβλημα οφείλεται στο γεγονός ότι στην Υπουργική Απόφαση Αριθ. 104/7056/2015 ΦΕΚ 147/Β/22-1-2015, «Εθνικές επιλογές, διοικητικά μέτρα και διαδικασίες εφαρμογής των άμεσων ενισχύσεων κατ’ εκτέλεση του Καν. (ΕΕ) 1307/2013 και του Καν. (ΕΕ) 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου», στο Άρθρο 3, στην Παράγραφο 2, αναφέρεται πως: «Δεν θεωρούνται ενεργοί γεωργοί όσοι δηλώνουν γεωργικές εκτάσεις αποτελούμενες σε ποσοστό άνω του 50% από εκτάσεις διατηρούμενες εκ φύσεως σε κατάσταση κατάλληλη για βόσκηση ή καλλιέργεια, χωρίς να ασκούν την ελάχιστη γεωργική δραστηριότητα επί αυτής, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2, παράγραφος 5».
Έτσι, λόγω της συγκεκριμένης διατύπωσης-αστοχίας ένας μεγάλος αριθμός μελισσοκόμων μένει εκτός του νέου προγράμματος της Βιολογικής Γεωργίας γι’ αυτό και με την Ερώτησή της η κ. Φωτεινή Αραμπατζή ζητά από το ΥΠΑΑΤ, καθώς ήδη διανύουμε την περίοδο των αιτήσεων και τα χρονικά περιθώρια συνεχώς στενεύουν, να λυθεί το τεχνικό πρόβλημα, που δημιουργήθηκε ώστε να μπορέσουν απρόσκοπτα οι δυνητικά δικαιούχοι μελισσοκόμοι να υποβάλουν αιτήσεις ένταξης στο εν λόγω πρόγραμμα.