Ανοίγει η πλατφόρμα για ρύθμιση χρεών σε έως 240 δόσεις
«Πρεμιέρα» σήμερα για το νέο εξωδικαστικό μηχανισμό, σε ό,τι αφορά στη δυνατότητα αποπληρωμής των χρεών φυσικών προσώπων και μικρών επιχειρήσεων, μέχρι και 240 δόσεις έναντι όλων των πιστωτών τους (Δημόσιο και ιδιωτικούς φορείς) και υπό προϋποθέσεις, έως και 420 δόσεις προς τις τράπεζες, αλλά προβλέπεται και κούρεμα κεφαλαίου, εφόσον αυτό αποφασίσει ο συμβιβασμός μεταξύ των μερών.
Οι ρυθμίσεις θα γίνονται πλέον αυτόματα, χωρίς δηλαδή την παρέμβαση υπαλλήλου, χωρίς κόστος και γραφειοκρατία με έναν αλγόριθμο μέσα από τον υπολογιστή.
«Προσδοκούμε με αυτό το σύστημα χιλιάδες συμπολίτες μας που μένουν εγκλωβισμένοι στο ιδιωτικό τους χρέος εδώ και χρόνια, να μπορέσουν να απεγκλωβιστούν με την έναρξη της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Είναι ένα επαναστατικό σύστημα» δήλωσε χθες ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων ‘Αδωνις Γεωργιάδης.
Οι αιτήσεις θα υποβάλλονται μέσω της ειδικής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ), και σημειώνεται ότι το νέο πλαίσιο προβλέπει για πρώτη φορά ότι στη ρύθμιση θα μπορούν να ενταχθούν και οφειλές που δεν είναι ακόμη σε καθυστέρηση αλλά οι οφειλέτες δυσκολεύονται να εξοφλήσουν και προϋπόθεση για να τεκμηριωθεί αυτό είναι να έχουν υποστεί μείωση των εισοδημάτων τους κατά 20% τουλάχιστον.
Αίτηση για εξωδικαστική διευθέτηση οφειλών μπορούν να υποβάλουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα, υπό την προϋπόθεση ότι οι οφειλές τους είναι άνω των 10.000 ευρώ και τουλάχιστον προς δύο πιστωτές. Επίσης, αίτηση μπορεί να υποβάλουν και οι χρηματοδοτικοί οργανισμοί (τράπεζες).
Υπενθυμίζεται ότι ο νέος Πτωχευτικός έχει ξεκινήσει από την 1η Μαρτίου για τις επιχειρήσεις, ωστόσο για τις περιπτώσεις αυτές η διαδικασία του εξωδικαστικού συμβιβασμού γίνεται με την υποβολή business plan.
Οι κανόνες
Ο νόμος θέτει σε τράπεζες και διαχειριστές δανείων συγκεκριμένους κανόνες ρύθμισης οφειλών, όπως:
• Ικανότητα αποπληρωμής. Δηλαδή, ο οφειλέτης πρέπει να πληρώνει βάσει των εισοδημάτων του καθώς και αυτών των εγγυητών του.
• Αρχή της μη χειροτέρευσης θέσης πιστωτή. Δηλαδή, κανένας πιστωτής δεν δύναται να λάβει λιγότερα χρήματα από όσα θα λάμβανε σε περίπτωση ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη και των εγγυητών του.
• Σύμμετρη ικανοποίηση πιστωτών. Δηλαδή, τα χρήματα του οφειλέτη πρέπει να μοιραστούν αναλογικά, έτσι ώστε να καλύψουν όλους τους πιστωτές (δημόσιου και χρηματοπιστωτικού τομέα).
Η διαδικασία
Η διαδικασία προβλέπεται να είναι γρήγορη, καθώς θα πρέπει να ολοκληρώνεται το αργότερο σε δύο μήνες από την υποβολή της αίτησης στην πλατφόρμα.
Όσοι επιλέξουν τον εξωδικαστικό συμβιβασμό θα πρέπει αφού κάνουν αίτηση να παρέχουν εξουσιοδότηση για την άρση τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου. Στη συνέχεια αυτοματοποιημένα θα καταγράφονται τα στοιχεία που αφορούν σε οφειλές, εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία και θα παράγεται η σχετική ρύθμιση, χωρίς να απαιτείται εμπλοκή ανθρώπινου παράγοντα ή/και έγκριση οποιουδήποτε στελέχους του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης.
Στη συνέχεια οι χρηματοδοτικοί φορείς, δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη και της απαιτούμενης πλειοψηφίας των χρηματοδοτικών φορέων, διαβιβάζεται στο δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίοι καλούνται σε στενό χρονικό πλαίσιο να ελέγξουν την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου και εφόσον πληρούνται τότε αυτομάτως παρέχεται η έγκρισή τους.
Το «κούρεμα» προς το δημόσιο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 95% των απαιτήσεων του δημοσίου από πρόστιμα που έχουν επιβληθεί από τη φορολογική διοίκηση, 85% των απαιτήσεων του δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής. Επιπλέον, στην περίπτωση των διμερών διαπραγματεύσεων ή στις πολυμερείς διαπραγματεύσεις όταν η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, το «κούρεμα» βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 75%. Σημειώνεται ότι διαγραφή βασικής οφειλής προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών απαγορεύεται από τον νόμο. Περαιτέρω, στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» προς τους χρηματοδοτικούς φορείς δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από 80% των απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας για τους οποίους δεν υπάρχει όριο.
Παράλληλα η ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου, προσαυξημένο κατά 5%, το οποίο υπολογίζεται ετησίως. Η ρύθμιση οφειλών με τους χρηματοδοτικούς φορείς επιβαρύνεται με επιτόκιο ίσο με το euribor τριμήνου/μηνός, προσαυξημένο κατά 3,25% για εξασφαλισμένες οφειλές και 4,5% για μη εξασφαλισμένες οφειλές.
Να σημειωθεί ότι το ποσό μηνιαίας δόσης αυξάνεται σταδιακά μετά από 1 και 4 έτη. Περαιτέρω, σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται σταδιακή αύξηση με διάφορα βήματα ανάλογα το είδος δανείου – οφειλέτη.
Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης για τη ρύθμιση οφειλών με το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ανέρχεται σε 50 ευρώ. Περαιτέρω σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης προς χρηματοδοτικού φορείς που ανέρχεται σε 50 ευρώ ανά δάνειο με εξασφάλιση και σε 50 ευρώ ανά πιστωτή για δάνεια χωρίς εξασφάλιση.
Ο μέγιστος αριθμός δόσεων ρύθμισης αποπληρωμής οφειλής προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είναι 240. Περαιτέρω, σε περίπτωση που η προσφερόμενη λύση από τους χρηματοδοτικούς φορείς προκύπτει από την αντιπρόταση των πιστωτών, προβλέπεται μέγιστο όριο 420 δόσεων για τα εξασφαλισμένα δάνεια ΦΠ, 240 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια ΦΠ και εξασφαλισμένα δάνεια ΝΠ και 180 δόσεων για μη εξασφαλισμένα δάνεια ΝΠ. Επιπλέον για οφειλέτες ΦΠ έχει προβλεφθεί από τους χρηματοδοτικούς φορείς το μέγιστο όριο ηλικίας τα 85 έτη, βάσει του οποίου μειώνεται ο αριθμός των δόσεων, έκτος αν συμβληθεί εγγυητής μικρότερης ηλικίας.
Επίσης θα πρέπει να καταβάλει για τα χρέη του ό,τι εισπράξει από την ρευστοποίηση όλης της περιουσίας του. Για τα, δε, ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης προσδιορίζεται ως το μέγιστο ανάμεσα στη φορολογητέα αξία και την εμπορική αξία μειωμένη, κατά 3% λόγω των εξόδων της διαδικασίας ρευστοποίησης, ενώ για τα κινητά περιουσιακά στοιχεία, η αξία ρευστοποίησης ταυτίζεται με την εμπορική αξία.
Επιπλέον , ο οφειλέτης θα πρέπει να πληρώσει και το ποσό που περισσεύει από τα εισοδήματα του (μετά την κάλυψη των ευλόγων δαπανών διαβίωσης για φυσικό πρόσωπο και του αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης για νομικό πρόσωπο), εφόσον τα εισοδήματα του είναι επαρκή και μπορούν να υποστηρίξουν κάτι τέτοιο.
Πρόσθετα στα ανωτέρω, ο οφειλέτης έχει την ευχέρεια να δηλώσει ότι μπορεί να πληρώνει παραπάνω (με σκοπό να αποπληρώσει νωρίτερα και αποφύγει την επιβάρυνση τόκων) και τότε προστίθεται και αυτό το ποσό.