27 Ιουλίου, 2020

Press Room

Αναδρομικά: Ολοταχώς προς παράταση οι αιτήσεις στις εφορίες για τις τροποποιητικές


Έως και την Παρασκευή 31 Ιουλίου οι 70.000 συνταξιούχοι που δεν δήλωσαν ή υπολογίστηκε λάθος φόρος για αναδρομικά που εισπράχθηκαν το 2013 μπορούν να υποβάλουν αιτήσεις για την τροποποίηση των δηλώσεων τους στην εφορία.

Σχεδόν βέβαιη θα πρέπει να θεωρείτε η παράταση της διαδικασίας τουλάχιστον μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου καθώς η σχετική εγκύκλιος που καθόριζε τους όρους και την διαδικασία εκδόθηκε με σημαντική καθυστέρηση και συγκεκριμένα υπεγράφη στις 17/7/2020 με αποτέλεσμα οι συνταξιούχοι που εισέπραξαν τα αναδρομικά να έχουν πολύ λίγο χρόνο στην διάθεση τους για να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους στις κατα τόπους ΔΟΥ.

Σύμφωνα με την απόφαση οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα να επιμερίσουν σε περισσότερες από μία χρήσεις τα ποσά των αναδρομικών που έλαβαν και για τα οποία προηγουμένως δεν υπήρξε καμία ειδοποίηση από τα ασφαλιστικά ταμεία τους. Οι διορθώσεις και η έκδοση νέων εκκαθαριστικών σημειωμάτων θα γίνει είτε με αίτηση που θα υποβάλουν οι συνταξιούχοι έως τις 31 Ιουλίου 2020 στην Εφορία τους είτε από την ίδια την ΑΑΔΕ οίκοθεν. Με την απόφαση ρυθμίζεται και ο τρόπος φορολόγησης των αναδρομικών που εισπράχθηκαν από 1/1/2014 έως 31/12/2018 και αφορούν χρήσεις έως 31/12/2013. Με τις διορθωτικές παρεμβάσεις οι φορολογούμενοι έχουν τη δυνατότητα:

– Να ακυρώσουν και να σβήσουν οριστικά από τους φόρους τις επιβαρύνσεις που λανθασμένα τους βεβαιώθηκαν από τις ΔΟΥ. Η ακύρωση των εκκαθαριστικών αφορά συνταξιούχους οι οποίοι ενώ είχαν υποβάλει συμπληρωματικές δηλώσεις και πλήρωσαν φόρο για τα αναδρομικά που είχαν εισπράξει το 2013, έλαβαν σημειώματα με τα οποία καλούνταν να πληρώσουν ξανά και μάλιστα φόρο για τα ποσά των συντάξεων που είχαν λάβει με καθυστέρηση.

– Να ψαλιδίσουν τις επιβαρύνσεις που προκύπτουν από τη φορολόγηση των αναδρομικών ποσών συντάξεων τα οποία οι συνταξιούχοι ενώ είχαν εισπράξει το 2013 δεν τα δήλωσαν στη φορολογική δήλωση το 2014. Τα ποσά αυτά με την έκδοση νέων εκκαθαριστικών θα φορολογηθούν στο έτος στο οποίο πραγματικά ανάγονται και όχι συνολικά στο έτος στο οποίο εισπράχθηκαν.

Η απόφαση για τα αναδρομικά

Πράξεις προσδιορισμού φόρου εισοδήματος ή/και επιβολής προστίμου που εκδόθηκαν εντός του 2019 με βάση στοιχεία που είχε στη διάθεσή της η Φορο-λογική Διοίκηση, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 4174/2013 (ΚΦΔ), οι οποίες αφορούν αναδρομικά ποσά μισθών και συντάξεων, τα οποία εισπράχθηκαν από τους δικαιούχους το έτος 2013 («προσβαλλόμενες πράξεις»), δύνανται να ακυρωθούν ή να τροποποιηθούν κατόπιν αίτησης του φορολογούμενου, κατ’ εφαρμογή των οριζομένων στην παρ. 53α του άρθρου 72 και την παρ. 2 του άρθρου 63Β ΚΦΔ, εφόσον συντρέχει οποιοσδήποτε από τους λόγους που αναφέρονται στις περ. α ́ και β ́ της παρ. 1 του άρθρου αυτού, ήτοι εφόσον διαπιστώνεται πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικό ή υπολογιστικό λάθος

Αρμόδιο όργανο για την ακύρωση ή τροποποίηση, κατά περίπτωση, είναι ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Σε περιπτώσεις κατάργησης ή αναστολής λειτουργίας, κατά περίπτωση, της Δ.Ο.Υ. που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, αρμόδιος για την ακύρωση ή τροποποίηση είναι ο Προϊστάμενος της υπηρεσίας υποδοχής.

Ο φορολογούμενος υποβάλει την αίτησή του, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 2 του παρόντος στην αρμόδια, κατά τα ως άνω, Δ.Ο.Υ., έως τις 31 Ιουλίου 2020 ή σε όποια άλλη προθεσμία τυχόν προβλεφθεί. Σε περίπτωση κατάργησης ή αναστολής λειτουργίας, κατά περίπτωση, της Δ.Ο.Υ. που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία υποδοχής. Σε πε-ρίπτωση υποβολής αίτησης σε αναρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, αυτή διαβιβάζεται άμεσα στην αρμόδια, είτε ταχυδρομικά είτε ηλεκτρονικά, ανάλογα με τον τρόπο υποβολής της, με ενημέρωση του αιτούντος.

Η αίτηση και τα συνυποβαλλόμενα έγγραφα υποβάλλονται με ψηφιακή απεικόνιση (scan), μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή (με φυσικό φάκελο) ταχυδρομικά είτε με συστημένη επιστολή ή με υπηρεσία ταχυμεταφοράς. Είναι, επίσης, δυνατή η κατάθεση των αιτήσεων και στο γραφείο πρωτοκόλλου της Δ.Ο.Υ. Ημερομηνία υποβολής της αίτησης θεωρείται η ημερομηνία που προκύπτει από τη σφραγίδα του Ταχυδρομείου ή της υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή η ημερομηνία αποστολής του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αντίστοιχα. Το αποδεικτικό του ταχυδρομείου ή της υπηρεσίας ταχυμεταφοράς ή το αυτοματοποιημένο μήνυμα που αποστέλλεται ως απά-ντηση στο ηλεκτρονικό μήνυμα του φορολογουμένου, αποτελεί γι’ αυτόν αποδεικτικό υποβολής της αίτησης και επέχει θέση απόδειξης παραλαβής εκ μέρους του αποδέκτη.

Η αίτηση του φορολογουμένου πρέπει να αναφέρει τους λόγους ακύρωσης ή τροποποίησης και να συ-νοδεύεται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά έγγραφα ή στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει είτε η έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης ή το αριθμητικό ή λογιστικό λάθος. Η αίτηση συνοδεύεται από βεβαίωση αποδο-χών/συντάξεων από τον αρμόδιο φορέα, στην οποία θα υπάρχει διακριτή αναγραφή των ετών που τα αναδρομικά ανάγονται, εφόσον αυτή είναι διαθέσιμη από τον αρμόδιο φορέα. Σε περίπτωση αδυναμίας προσκόμισης βεβαίωσης του φορέα στην οποία αναφέρονται διακεκριμένα τα έτη στα οποία ανάγονται τα εισοδήματα, ισχύουν τα οριζόμενα στην παρ. 1δ του άρθρου 4 της παρούσας.

Η αίτηση συνοδεύεται, επίσης, από αντίγραφο της προσβαλλόμενης πράξης και πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν τα στοιχεία επικοινωνίας του φορολογούμενου (ταχυδρομική διεύθυνση, τηλέφωνο επικοινωνίας και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου).

Στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος ζητά την ακύρωση της πράξης προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκε το 2019 για αναδρομικά ποσά αποδοχώνσυντάξεων για τον λόγο ότι είχε αποδεδειγμένα υποβάλει σε προγενέστερο χρόνο αρχικές ή τροποποιητικές (συμπληρωματικές) δηλώσεις με τα εισοδήματα αυτά, ανεξάρτητα από το αν αυτές είχαν εκκαθαριστεί ή όχι, υποβάλει μαζί με την αίτηση και αντίγραφα των δηλώ-σεων που υποβλήθηκαν.

Στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος ζητά την ακύρωση της πράξης προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκε το 2019 για αναδρομικά εισοδήματα για τα οποία δεν είχε υποβάλει σε προγενέστερο χρόνο αρχικές ή τροποποιητικές (συμπληρωματικές) δηλώσεις, μαζί με την αίτηση του παρόντος υποβάλει (εκπρόθεσμες) τροποποιητικές δηλώσεις των αναδρομικών ποσών στα έτη που ανάγονται αυτά. Στις περιπτώσεις αυτές το εκπρό-θεσμο υπολογίζεται από 01-01-2015 έως τις 31-12-2019.

Σε περίπτωση κατά την οποία από τα στοιχεία και δικαιολογητικά που προσκομίζει και επικαλείται ο φορολογούμενος προκύπτει διαφορετική φορολογική υποχρέωση από αυτήν που προσδιορίστηκε με την προσβαλλόμενη πράξη, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ κά-νει αποδεκτή, εν όλω ή εν μέρει, κατά περίπτωση, την αίτηση ακύρωσης ή τροποποίησης και προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:

Στις περιπτώσεις που ο φορολογούμενος ζητά την ακύρωση της πράξης προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκε το 2019 για αναδρομικά ποσά αποδοχών-συντάξεων για τον λόγο ότι είχε αποδεδειγμένα υποβά-λει σε προγενέστερο χρόνο αρχικές ή τροποποιητικές (συμπληρωματικές) δηλώσεις με τα εισοδήματα αυτά, ανεξάρτητα από το αν αυτές είχαν εκκαθαριστεί ή όχι,οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκαν βάσει των οδηγιών του ΔΕΑΦ Α 1174594 ΕΞ 2019/17-12-2019 εγγράφου ακυρώνονται με πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., μέχρι τις 30-09-2020 ή σε όποια άλλη προθεσμία τυχόν προβλεφθεί και διαγράφο-νται τα τυχόν ποσά που έχουν βεβαιωθεί βάσει αυτών. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση που οι υποβληθείσες δηλώσεις δεν έχουν εκκαθαριστεί, απαιτείται πριν την ακύρωση της προσβαλλόμενης να διενεργηθεί η εκκα-θάριση αυτών.

τις περιπτώσεις που οι φορολογούμενοι ζητούν την ακύρωση της πράξης προσδιορισμού φόρου που εκδό-θηκε το 2019 για αναδρομικά εισοδήματα για τα οποία δεν είχαν υποβάλει σε προγενέστερο χρόνο αρχικές ή τροποποιητικές (συμπληρωματικές) δηλώσεις, η Δ.Ο.Υ. διενεργεί εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων που υποβάλλονται σύμφωνα με την παρ. 4β του άρθρου 3 της παρούσας μέχρι 30-9-2020 ή σε όποια άλλη προθεσμία τυχόν προβλεφθεί, προκειμένου να μην φορολογηθούν τα αναδρομικά όλα μαζί κατά το έτος που εισπράχθηκαν αλλά τμηματικά κατά το έτος που ανάγονται.

Κατά την εκκαθάριση των εν λόγω δηλώσεων και τον προσδιορισμό του φόρου, εκπίπτουν οι φόροι που παρακρατήθηκαν κατά την καταβολή των αναδρομικών ποσών σύμφωνα με την υπ’ αρ. Ε.2204/2019 εγκύκλιο.

Σε περίπτωση αδυναμίας προσκόμισης βεβαίωσης του φορέα στην οποία αναφέρονται διακεκριμένα τα έτη στα οποία ανάγονται τα εισοδήματα, γίνεται δεκτό κάθε πρόσφορο μέσο με το οποίο αποδεικνύεται η κατανομή στα έτη που ανάγονται τα αναδρομικά, όπως πχ. η μηνι-αία εκκαθάριση σύνταξης. Αν δεν είναι ούτε αυτό εφικτό, η κατανομή των εισοδημάτων γίνεται στα τρία (3) προη-γούμενα της είσπραξης των αναδρομικών εισοδημάτων έτη, δηλαδή στα οικονομικά έτη 2011, 2012 και 2013, εφόσον γίνεται αντίστοιχα και η υποβολή των τροποποιητικών δηλώσεων από τους φορολογούμενους.

Επισημαίνεται ότι κατά την εκκαθάριση των τρο-ποποιητικών δηλώσεων ελέγχεται ότι το άθροισμα των ποσών των εισοδημάτων που δηλώνονται σε αυτές αντι-στοιχεί στο ποσό που αναγράφεται στο ηλεκτρονικό αρχείο βεβαιώσεων αποδοχών που έχει υποβληθεί από τον φορέα και είναι διαθέσιμο στη Φορολογική Διοίκηση.στ. Κατά την εκκαθάριση των εν λόγω δηλώσεων δεν εφαρμόζεται η περ. δ ́ της παρ. 4 του άρθρου 45 του ν. 2238/1994.

Οι πράξεις διοικητικού προσδιορισμού του φόρου που εκδίδονται με βάση τα ανωτέρω αναρτώνται στην θυρίδα του φορολογουμένου στην προσωποποιημένη πληροφόρηση στο myTAXISnet της Α.Α.Δ.Ε., είτε υπογεγραμμένες ψηφιακά είτε με ψηφιακή απεικόνιση (scan).

Σε περίπτωση που η αίτηση του φορολογούμενου απορριφθεί, είτε λόγω μη προσκόμισης των δικαιολογητικών είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο, εκδίδεται απόφαση στην οποία αναφέρονται αναλυτικά οι λόγοι απόρριψης και κοινοποιείται στον φορολογούμενο με ανάρτηση στη θυρίδα του στην προσωποποιημένη πληροφόρηση. Κατά της πράξης απόρριψης δύναται να ασκηθεί εν-δικοφανής προσφυγή, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 63 του ν. 4174/2013.

Οίκοθεν ακύρωση πράξεων επιβολής προστίμουΕφόσον με την πράξη προσδιορισμού φόρου με βάση την παρ. 2 του άρθρου 32 ΚΦΔ και τις οδηγίες που παρασχέθηκαν με το υπ’ αρ. ΔΕΑΦ Α 1174594 ΕΞ 2019/17-12-2019 έγγραφο, δεν προέκυψε ποσό φόρου προς καταβολή (μηδενικές-πιστωτικές δηλώσεις) και εκδόθηκαν μόνο πράξεις επιβολής προστίμου, αυτές δύνανται να ακυρώνονται και χωρίς αίτηση του φορο-λογούμενου από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2 της παρούσας και δι-αγράφεται το σχετικό πρόστιμο.

Εκκρεμείς ενδικοφανείς προσφυγές

1. Σε περίπτωση που έχει ασκηθεί ενδικοφανής προ-σφυγή και δεν έχει συμπληρωθεί η προθεσμία εξέτασης της έως την 30-06-2020, η ασκηθείσα ενδικοφανής προ-σφυγή λογίζεται ως αίτηση του φορολογούμενου για την ακύρωση ή τροποποίηση και εφαρμόζεται η διαδικασία της παρούσας. Ο φορολογούμενος δεν υποχρεούται σε υποβολή νέας αίτησης και το αίτημά του εξετάζεται από την αρμόδια υπηρεσία με βάση τα οριζόμενα στην παρούσα.Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών ενημερώνεται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., ο οποίος εξέδωσε την προ-σβαλλόμενη πράξη και ο οποίος είναι αρμόδιος για την εξέταση της αίτησης.

2. Ο φορολογούμενος έχει τη δυνατότητα να υποβάλει ή αποστείλει στην αρμόδια υπηρεσία, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 3 της παρούσας, τα απαραίτητα δικαιολογητικά, προκειμένου να υποβάλει εκπρόθεσμες τροποποιητικές δηλώσεις σύμφωνα με το άρθρο 4 της παρούσας.3. Η αποδοχή των εν λόγω τροποποιητικών, η εκκα-θάριση αυτών και η ακύρωση/τροποποίηση διενερ-γείται έως τις 30-09-2020 ή σε όποια άλλη προθεσμία τυχόν προβλεφθεί, με κοινοποίηση στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών. Σε περίπτωση που παρέλθει άπρακτη η ως άνω προθεσμία θεωρείται ότι η αίτηση του φορολογούμενου έχει απορριφθεί σιωπηρά και η αρχικώς ασκηθείσα ενδικοφανής προσφυγή και κάθε σχετικό έγγραφο διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών.4. Αν πραγματοποιηθεί ρητή απόρριψη του αιτήματος ακύρωσης ή τροποποίησης από τη Δ.Ο.Υ., είτε λόγω μη προσκόμισης των δικαιολογητικών είτε για οποιονδή-ποτε άλλο λόγο, επιτρέπεται η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής κατά της πράξης απόρριψης, κατά τα προ-βλεπόμενα στο άρθρο 63 ΚΦΔ, με την οποία μπορούν να προβάλλονται και οι λόγοι που έχουν ήδη προβληθεί με την αρχικώς ασκηθείσα ενδικοφανή προσφυγή.

Σε περίπτωση καταβολής φόρου, η οποία καθίσταται αχρεώστητη συνέπεια της ακύρωσης/τροποποίησης της πράξης προσδιορισμού φόρου που εκδόθηκε το 2019 με βάση την παρ, 2 του άρθρου 32 του ν. 4174/2013, εφαρ-μόζονται οι αντίστοιχες διατάξεις του ν. 4174/2013 περί επιστροφής φόρου.