Υπήρξαν λιοντάρια στην Ελλάδα και γιατί εξαφανίσθηκαν;
Η φιγούρα του βρίσκεται σε αγγεία, ψηφιδωτά, αετώματα ναών και ασπίδες πολεμιστών, ενώ πολλά ονομαστά μνημεία κοσμούνται από γλυπτές αναπαραστάσεις του. Αρκεί να αναφερθούν ενδεικτικά οι λέοντες στη Χαιρώνεια και την Αμφίπολη, η Πύλη των Λεόντων στις Μυκήνες, αλλά και η Οδός των Λεόντων στην Δήλο.
Ο Όμηρος χρησιμοποιεί πολύ συχνά παρομοιώσεις με το συγκεκριμένο ζώο, ενώ το ένδοξο όνομα «Λεωνίδας» δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά «απόγονος λέοντα».
Σύμφωνα δε με τη μυθολογία, ο μεγάλος ήρωας Ηρακλής είχε καταφέρει να σκοτώσει όχι ένα αλλά δύο λιοντάρια: το πρώτο στον Κιθαιρώνα και το δεύτερο στη Νεμέα. Όλα αυτά δείχνουν μια μεγάλη εξοικείωση των αρχαίων Ελλήνων με το συγκεκριμένο είδος αιλουροειδούς, πράγμα πολύ ασυνήθιστο αν δεχτούμε ότι δεν υπήρχαν λιοντάρια στην Ελλάδα. Αρκετοί όμως αρχαίοι συγγραφείς μάς διαβεβαιώνουν για το αντίθετο.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι κατά την εισβολή του Ξέρξη στην Ελλάδα, το 480 π.Χ., ο στρατός του αντιμετώπισε συχνά νυχτερινές επιθέσεις λιονταριών, καθώς διέσχιζε τη Μακεδονία. Οι Πέρσες κατευθύνονταν από την Άκανθο της Χαλκιδικής προς τη Θέρμη, όπου είχε συγκεντρωθεί προηγουμένως ο στόλος τους. Όταν στρατοπέδευαν τις νύχτες, δέχονταν επιδρομές λιονταριών, τα οποία ορμούσαν και κατασπάραζαν τις φορτωμένες με τρόφιμα μεταγωγικές καμήλες. Τα θηρία αυτά εγκατέλειπαν τα λημέρια τους και ορμούσαν στην περσική στρατιά, θεωρώντας τη συγκέντρωση τόσων ανθρώπων και υποζυγίων μια πολύ καλή ευκαιρία για εύκολο κυνήγι. Παραδόξως όμως, μοναδικός στόχος των επιθέσεων αυτών αποδείχθηκαν οι καμήλες. Τα λιοντάρια δεν πείραξαν κάποιο από τα υπόλοιπα μεταγωγικά ζώα αλλά ούτε και τους ανθρώπους.
Ο Ηρόδοτος μάλιστα αναρωτιέται για ποιον λόγο τα επιτιθέμενα θηρία κατασπάραζαν μόνο τις καμήλες, τις οποίες δεν είχαν ξαναδεί και δεν γνώριζαν καν τη γεύση της σάρκας τους. Στη συνέχεια, ο Έλληνας ιστορικός προσδιορίζει ως βιότοπο των λιονταριών μια μεγάλη περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Νέστο και Αχελώο. Σημειώνει δε ότι πουθενά αλλού στην Ευρώπη δεν θα συναντήσει κανείς αυτό το είδος αιλουροειδούς.
Πολλά χρόνια αργότερα, ο Αριστοτέλης θα αναφέρει κι αυτός την ίδια περιοχή ως φυσικό χώρο διαβίωσης των λιονταριών. Από την άλλη μεριά, ο Ξενοφών, στο έργο του «Κυνηγετικός», είναι πιο ακριβής, λέγοντας ότι τα λημέρια των ζώων αυτών είναι τα όρη Χορτιάτης και Παγγαίο. Τέλος, ο Έλληνας περιηγητής και γεωγράφος Παυσανίας διηγείται ότι ο ολυμπιονίκης στο παγκράτιο Πολυδάμας, τον 5ο αιώνα π.Χ., σκότωσε με γυμνά χέρια ένα λιοντάρι στην περιοχή του Ολύμπου. Ο αθλητής θαύμαζε πάρα πολύ τον Ηρακλή και ήθελε με αυτόν τον τρόπο να μιμηθεί τον πρώτο άθλο του ήρωα, στη Νεμέα.
Τα αρχαία κείμενα μας δίνουν επίσης πληροφορίες για το πότε περίπου εξαφανίστηκαν τα λιοντάρια από τον ελλαδικό χώρο. Ο Πολύβιος σημειώνει ότι στην εποχή του (200 – 118 π.Χ.) κανένα από τα είδη ζώων που αφθονούσαν στην Αφρική δεν υπήρχε πλέον στην Ευρώπη. Παράλληλα, ο Δίων ο Χρυσόστομος, γράφοντας κατά τον 1ο αιώνα μ.Χ., διαβεβαιώνει ότι τα λιοντάρια της Μακεδονίας είχαν εξαφανιστεί ολοσχερώς.
Πώς όμως συνέβη τελικά αυτό; Η κυριότερη αιτία για την εξαφάνιση των λιονταριών από την Ελλάδα ήταν μάλλον το ανεξέλεγκτο κυνήγι, αφού τα συγκεκριμένα ζώα ουσιαστικά δεν είχαν φυσικούς εχθρούς. Παράλληλα, θα πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και η ολοένα αυξανόμενη ζήτηση αγρίων θηρίων για τις ρωμαϊκές αρένες.
Σύμφωνα λοιπόν με όλες τις διαθέσιμες μαρτυρίες, φαίνεται πως τα λιοντάρια που έζησαν κάποτε στη χώρα μας περιορίζονταν στη Μακεδονία και γενικότερα στη Βόρεια Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι το περίφημο αρχαίο ψηφιδωτό που αναπαριστά κυνήγι λέοντος βρίσκεται στην Πέλλα. Παράλληλα, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι το είδος που κάποτε διαβίωνε στην Ελλάδα ήταν παρόμοιο με το σημερινό ασιατικό λιοντάρι (Panthera Leo Persica).
Ίσως τελικά ο πρώτος άθλος του Ηρακλή να βασίζεται ώς έναν βαθμό σε πραγματικά περιστατικά και να μην αποτελεί εξ ολοκλήρου επινόηση κάποιου ευφάνταστου παραμυθά της αρχαιότητας.